Κυριακή 1 Μαρτίου 2015

Διακρίσεις: Η πιο βαθιά ανθρωπιστική κρίση ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΣΙΑΚΑΛΟΥ ομότιμου καθηγητή Παιδαγωγικής του ΑΠΘ


Δημοσιεύτηκε πριν λίγες ημέρες η έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης για το ρατσισμό και τις διακρίσεις στην Ελλάδα. Εγκυρη στις διαπιστώσεις και μετρημένη στο ύφος αξίζει να μελετηθεί από την πολιτεία και τους πολίτες, διότι έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι η «ανθρωπιστική κρίση» (για την οποία τόσο συχνά μιλούμε απαιτώντας αλληλεγγύη από τους Ευρωπαίους εταίρους μας) έχει πολλές πτυχές. Και ορισμένες από αυτές υπονομεύουν την κοινωνία μας περισσότερο ακόμη και από την οικονομική κρίση.

Υπενθυμίζω ότι το Συμβούλιο της Ευρώπης είναι ένας διαφορετικός θεσμός από εκείνον της Ευρωπαϊκής Ενωσης, περιλαμβάνει όλες τις χώρες της Ευρώπης, και αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στη συνεργασία τους για τη θεσμική κατοχύρωση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και την εφαρμογή τους στην πράξη. Εχοντας στο νου μου τη σθεναρή θέση του ενάντια στη Χούντα το χαρακτήρισα παλιότερα «δημοκρατική συνείδηση της Ευρώπης» και η άποψη αυτή επιβεβαιώνεται με τις τακτικές εκθέσεις του για το ρατσισμό και τις διακρίσεις που συνεχίζουν να υπάρχουν, σε διαφορετικό βέβαια βαθμό, σε όλες τις χώρες-μέλη του. Αυτό ισχύει και για τις εκθέσεις που αφορούν στη δική μας χώρα.

Η έκθεση δεν αποτελεί αντιπροσωπευτική καταγραφή αντιλήψεων και στάσεων του πληθυσμού. Αυτό που προσφέρει είναι κάτι πολυτιμότερο: μιλάει αφενός για την πρόοδο που κάναμε και αφετέρου για τις καθυστερήσεις που επιδεικνύουμε στην κατοχύρωση των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Οπως είναι λογικό, στο πλαίσιο αυτό υπογραμμίζει ιδιαίτερα τις ελλείψεις μας στο νομικό οπλοστάσιο, ελλείψεις που ξεκινούν από την εμμονή μας να μην επικυρώνουμε διεθνείς συμβάσεις (όπως π.χ. αυτές που αφορούν στην αναγνώριση και στα δικαιώματα εθνικών μειονοτήτων ή/και μητρικών γλωσσών) έως τη συνειδητή παραμέληση αναφοράς συγκεκριμένων κατηγοριών ανθρώπων, όπως είναι οι διαφυλικοί, στους νόμους που έρχονται να προστατεύσουν κοινωνικές μειονότητες από τις διακρίσεις και την καταπίεση.

Διαβάζοντας κανείς την έκθεση, όπου από τη μια μεριά αναφέρονται οι διεθνείς συμφωνίες και από την άλλη το περιεχόμενο των δικών μας νόμων, αντιλαμβάνεται πόσα βήματα έχουμε ακόμη να κάνουμε έως ότου να μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι όχι μόνο γιατί οι πρόγονοί μας επινόησαν τη Δημοκρατία, αλλά και διότι εμείς την εφαρμόζουμε και τη βιώνουμε με τον τρόπο που αρμόζει στις πολιτισμένες κοινωνίες του 21ου αιώνα. Πληγώνει η διαπίστωση της καθυστέρησης, και πονάει περισσότερο η διαπίστωση ότι η καθυστέρηση αυτή, που οδηγεί εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους σε υποτελή και αναξιοπρεπή διαβίωση, δεν οφείλεται στην έλλειψη χρημάτων και γνώσεων, αλλά οφείλεται αποκλειστικά στην επιβίωση βάρβαρων προκαταλήψεων και στη συνακόλουθη κυριαρχία αντιδραστικών ιδεολογιών στο χώρο της πολιτικής.

Μα και εκεί που οι νόμοι μας βρίσκονται στο επιθυμητό επίπεδο, δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις απροθυμίας των αρχών να τους εφαρμόσουν στην πράξη. Στην έκθεση καταγράφονται πολλές χαρακτηριστικές περιπτώσεις για διακρίσεις σε διάφορους τομείς. Ισως ξαφνιάζονται από το μεγάλο αριθμό αρνητικών επεισοδίων όσοι/ες δεν έχουν συνηθίσει να αθροίζουν τις καθημερινές σχετικές ειδήσεις που παρέχονται από τα ΜΜΕ. Οι άλλοι/ες όμως γνωρίζουμε ότι είναι πολύ περισσότερα (από όσα αναφέρονται στην έκθεση) τα φαινόμενα ναζιστικής ρητορείας, δημοσιευμάτων που αποσκοπούν στην καλλιέργεια μίσους, φανερού και καλυμμένου αντισημιτισμού, ρατσιστικών επιθέσεων σε μετανάστες, διακρίσεων σε βάρος των αναπήρων, εκφοβισμού και περιφρόνησης ανθρώπων που δεν ανταποκρίνονται στα πρότυπα ανδρισμού και θηλυκότητας μιας καθυστερημένης κοινωνίας, περιφρονητικής συμπεριφοράς σε βάρος μελών μειονοτήτων, φτωχών, άστεγων και αδύναμων τόσο στις δημόσιες υπηρεσίες όσο και στον ιδιωτικό τομέα.

Η έκθεση δεν αποτελεί καταγγελία αλλά βάση δεδομένων που μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιηθεί για τη βελτίωση του κοινωνικού και του πολιτικού μας συστήματος. Γι’ αυτό ολοκληρώνεται με σαράντα έξι συστάσεις προς την Πολιτεία. Μόνο να κερδίσουμε έχουμε εάν τις υιοθετήσουμε αμέσως. Ποιος αμφιβάλλει π.χ. ότι θα είναι καλύτερα για όλους μας εάν ο Συνήγορος του Πολίτη αποκτήσει το δικαίωμα να παρεμβαίνει σε υποθέσεις παραβίασης των δικαιωμάτων μας όχι μόνο από τις δημόσιες υπηρεσίες αλλά και από υπηρεσίες του ιδιωτικού τομέα, εφόσον αυτές διαχειρίζονται βασικά αγαθά; Και ποιος αμφιβάλλει ότι θα είναι προς όφελός μας εάν ο ίδιος θεσμός αποκτήσει το δικαίωμα όχι μόνο να διαπιστώνει παραβάσεις σε βάρος των πολιτών από τις δημόσιες υπηρεσίες αλλά και να τις οδηγεί στα δικαστήρια, και να εκπροσωπεί εκεί τους πολίτες;

Με έκπληξη και χαρά διαπίστωσα ότι στην έκθεση καταγγέλλεται η απροθυμία των προηγούμενων κυβερνήσεων να προχωρήσουν στη θεσμική θωράκιση του Τομέα Μειονοτικής Εκπαίδευσης στο Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου μας και ότι στις συστάσεις προς τη σημερινή κυβέρνηση περιλαμβάνεται, με τον αριθμό 35, η προτροπή να προχωρήσει στη σχετική ρύθμιση. Καθώς δεν είχαμε καμιά επαφή με τους συντάκτες της έκθεσης, αντιλαμβάνεται κανείς ότι και αυτά που εμείς τα θεωρούμε «τοπικά» αποτελούν αντικείμενο παρατήρησης και αξιολόγησης έξω από τη χώρα. Αξιολόγησης της ειλικρίνειας των δηλώσεών μας ότι ενδιαφερόμαστε ν’ αντιμετωπίσουμε δραστήρια την ανθρωπιστική κρίση.

Ας αρχίσουμε, λοιπόν, από εκεί που δεν απαιτείται οικονομικό κόστος, παρά μόνο η απόφαση να ζούμε σε μια δημοκρατική και δίκαια κοινωνία. Η έκθεση μάς δίνει τη δυνατότητα να μετρούμε κάθε μέρα την πρόοδό μας στον τομέα αυτό. Την πρόοδο της Πολιτείας, και τη δική μας προσωπική πρόοδο.
ΠΗΓΗ:http://www.agelioforos.gr

Δημοσιεύτηκε πριν λίγες ημέρες η έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης για το ρατσισμό και τις διακρίσεις στην Ελλάδα. Έγκυρη στις διαπιστώσεις και μετρημένη στο ύφος αξίζει να μελετηθεί από την πολιτεία και τους πολίτες, διότι έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι η «ανθρωπιστική κρίση» (για την οποία τόσο συχνά μιλούμε απαιτώντας αλληλεγγύη από τους Ευρωπαίους εταίρους μας) έχει πολλές πτυχές. Και ορισμένες από αυτές υπονομεύουν την κοινωνία μας περισσότερο ακόμη και από την οικονομική κρίση.

Υπενθυμίζω ότι το Συμβούλιο της Ευρώπης είναι ένας διαφορετικός θεσμός από εκείνον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιλαμβάνει όλες τις χώρες της Ευρώπης, και αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στη συνεργασία τους για τη θεσμική κατοχύρωση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και την εφαρμογή τους στην πράξη. Έχοντας στο νου μου τη σθεναρή θέση του ενάντια στη Χούντα το χαρακτήρισα παλιότερα «δημοκρατική συνείδηση της Ευρώπης» και η άποψη αυτή επιβεβαιώνεται με τις τακτικές εκθέσεις του για το ρατσισμό και τις διακρίσεις που συνεχίζουν να υπάρχουν, σε διαφορετικό βέβαια βαθμό, σε όλες τις χώρες-μέλη του. Αυτό ισχύει και για τις εκθέσεις που αφορούν στη δική μας χώρα.

Η έκθεση δεν αποτελεί αντιπροσωπευτική καταγραφή αντιλήψεων και στάσεων του πληθυσμού. Αυτό που προσφέρει είναι κάτι πολυτιμότερο: μιλάει αφενός για την πρόοδο που κάναμε και αφετέρου για τις καθυστερήσεις που επιδεικνύουμε στην κατοχύρωση των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Όπως είναι λογικό, στο πλαίσιο αυτό υπογραμμίζει ιδιαίτερα τις ελλείψεις μας στο νομικό οπλοστάσιο, ελλείψεις που ξεκινούν από την εμμονή μας να μην επικυρώνουμε διεθνείς συμβάσεις (όπως π.χ. αυτές που αφορούν στην αναγνώριση και στα δικαιώματα εθνικών μειονοτήτων ή/και μητρικών γλωσσών) έως τη συνειδητή παραμέληση αναφοράς συγκεκριμένων κατηγοριών ανθρώπων, όπως είναι οι διαφυλικοί, στους νόμους που έρχονται να προστατεύσουν κοινωνικές μειονότητες από τις διακρίσεις και την καταπίεση.

Διαβάζοντας κανείς την έκθεση, όπου από τη μια μεριά αναφέρονται οι διεθνείς συμφωνίες και από την άλλη το περιεχόμενο των δικών μας νόμων, αντιλαμβάνεται πόσα βήματα έχουμε ακόμη να κάνουμε έως ότου να μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι όχι μόνο γιατί οι πρόγονοί μας επινόησαν τη Δημοκρατία, αλλά και διότι εμείς την εφαρμόζουμε και τη βιώνουμε με τον τρόπο που αρμόζει στις πολιτισμένες κοινωνίες του 21ου αιώνα. Πληγώνει η διαπίστωση της καθυστέρησης, και πονάει περισσότερο η διαπίστωση ότι η καθυστέρηση αυτή, που οδηγεί εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους σε υποτελή και αναξιοπρεπή διαβίωση, δεν οφείλεται στην έλλειψη χρημάτων και γνώσεων, αλλά οφείλεται αποκλειστικά στην επιβίωση βάρβαρων προκαταλήψεων και στη συνακόλουθη κυριαρχία αντιδραστικών ιδεολογιών στο χώρο της πολιτικής.

Μα και εκεί που οι νόμοι μας βρίσκονται στο επιθυμητό επίπεδο, δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις απροθυμίας των αρχών να τους εφαρμόσουν στην πράξη. Στην έκθεση καταγράφονται πολλές χαρακτηριστικές περιπτώσεις για διακρίσεις σε διάφορους τομείς. Ίσως ξαφνιάζονται από το μεγάλο αριθμό αρνητικών επεισοδίων όσοι/ες δεν έχουν συνηθίσει να αθροίζουν τις καθημερινές σχετικές ειδήσεις που παρέχονται από τα ΜΜΕ. Οι άλλοι/ες όμως γνωρίζουμε ότι είναι πολύ περισσότερα (από όσα αναφέρονται στην έκθεση) τα φαινόμενα ναζιστικής ρητορείας, δημοσιευμάτων που αποσκοπούν στην καλλιέργεια μίσους, φανερού και καλυμμένου αντισημιτισμού, ρατσιστικών επιθέσεων σε μετανάστες, διακρίσεων σε βάρος των αναπήρων, εκφοβισμού και περιφρόνησης ανθρώπων που δεν ανταποκρίνονται στα πρότυπα ανδρισμού και θηλυκότητας μιας καθυστερημένης κοινωνίας, περιφρονητικής συμπεριφοράς σε βάρος μελών μειονοτήτων, φτωχών, άστεγων και αδύναμων τόσο στις δημόσιες υπηρεσίες όσο και στον ιδιωτικό τομέα.

Η έκθεση δεν αποτελεί καταγγελία αλλά βάση δεδομένων που μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιηθεί για τη βελτίωση του κοινωνικού και του πολιτικού μας συστήματος. Γι’ αυτό ολοκληρώνεται με σαράντα έξι συστάσεις προς την Πολιτεία. Μόνο να κερδίσουμε έχουμε εάν τις υιοθετήσουμε αμέσως. Ποιος αμφιβάλλει π.χ. ότι θα είναι καλύτερα για όλους μας εάν ο Συνήγορος του Πολίτη αποκτήσει το δικαίωμα να παρεμβαίνει σε υποθέσεις παραβίασης των δικαιωμάτων μας όχι μόνο από τις δημόσιες υπηρεσίες αλλά και από υπηρεσίες του ιδιωτικού τομέα, εφόσον αυτές διαχειρίζονται βασικά αγαθά; Και ποιος αμφιβάλλει ότι θα είναι προς όφελός μας εάν ο ίδιος θεσμός αποκτήσει το δικαίωμα όχι μόνο να διαπιστώνει παραβάσεις σε βάρος των πολιτών από τις δημόσιες υπηρεσίες αλλά και να τις οδηγεί στα δικαστήρια, και να εκπροσωπεί εκεί τους πολίτες;

Με έκπληξη και χαρά διαπίστωσα ότι στην έκθεση καταγγέλλεται η απροθυμία των προηγούμενων κυβερνήσεων να προχωρήσουν στη θεσμική θωράκιση του Τομέα Μειονοτικής Εκπαίδευσης στο Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου μας και ότι στις συστάσεις προς τη σημερινή κυβέρνηση περιλαμβάνεται, με τον αριθμό 35, η προτροπή να προχωρήσει στη σχετική ρύθμιση. Καθώς δεν είχαμε καμιά επαφή με τους συντάκτες της έκθεσης, αντιλαμβάνεται κανείς ότι και αυτά που εμείς τα θεωρούμε «τοπικά» αποτελούν αντικείμενο παρατήρησης και αξιολόγησης έξω από τη χώρα. Αξιολόγησης της ειλικρίνειας των δηλώσεών μας ότι ενδιαφερόμαστε ν’ αντιμετωπίσουμε δραστήρια την ανθρωπιστική κρίση.

Ας αρχίσουμε, λοιπόν, από εκεί που δεν απαιτείται οικονομικό κόστος, παρά μόνο η απόφαση να ζούμε σε μια δημοκρατική και δίκαια κοινωνία. Η έκθεση μάς δίνει τη δυνατότητα να μετρούμε κάθε μέρα την πρόοδό μας στον τομέα αυτό. Την πρόοδο της Πολιτείας, και τη δική μας προσωπική πρόοδο.

Δημοσιεύτηκε πριν λίγες ημέρες η έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης για το ρατσισμό και τις διακρίσεις στην Ελλάδα. Έγκυρη στις διαπιστώσεις και μετρημένη στο ύφος αξίζει να μελετηθεί από την πολιτεία και τους πολίτες, διότι έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι η «ανθρωπιστική κρίση» (για την οποία τόσο συχνά μιλούμε απαιτώντας αλληλεγγύη από τους Ευρωπαίους εταίρους μας) έχει πολλές πτυχές. Και ορισμένες από αυτές υπονομεύουν την κοινωνία μας περισσότερο ακόμη και από την οικονομική κρίση.

Υπενθυμίζω ότι το Συμβούλιο της Ευρώπης είναι ένας διαφορετικός θεσμός από εκείνον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιλαμβάνει όλες τις χώρες της Ευρώπης, και αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στη συνεργασία τους για τη θεσμική κατοχύρωση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και την εφαρμογή τους στην πράξη. Έχοντας στο νου μου τη σθεναρή θέση του ενάντια στη Χούντα το χαρακτήρισα παλιότερα «δημοκρατική συνείδηση της Ευρώπης» και η άποψη αυτή επιβεβαιώνεται με τις τακτικές εκθέσεις του για το ρατσισμό και τις διακρίσεις που συνεχίζουν να υπάρχουν, σε διαφορετικό βέβαια βαθμό, σε όλες τις χώρες-μέλη του. Αυτό ισχύει και για τις εκθέσεις που αφορούν στη δική μας χώρα.

Η έκθεση δεν αποτελεί αντιπροσωπευτική καταγραφή αντιλήψεων και στάσεων του πληθυσμού. Αυτό που προσφέρει είναι κάτι πολυτιμότερο: μιλάει αφενός για την πρόοδο που κάναμε και αφετέρου για τις καθυστερήσεις που επιδεικνύουμε στην κατοχύρωση των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Όπως είναι λογικό, στο πλαίσιο αυτό υπογραμμίζει ιδιαίτερα τις ελλείψεις μας στο νομικό οπλοστάσιο, ελλείψεις που ξεκινούν από την εμμονή μας να μην επικυρώνουμε διεθνείς συμβάσεις (όπως π.χ. αυτές που αφορούν στην αναγνώριση και στα δικαιώματα εθνικών μειονοτήτων ή/και μητρικών γλωσσών) έως τη συνειδητή παραμέληση αναφοράς συγκεκριμένων κατηγοριών ανθρώπων, όπως είναι οι διαφυλικοί, στους νόμους που έρχονται να προστατεύσουν κοινωνικές μειονότητες από τις διακρίσεις και την καταπίεση.

Διαβάζοντας κανείς την έκθεση, όπου από τη μια μεριά αναφέρονται οι διεθνείς συμφωνίες και από την άλλη το περιεχόμενο των δικών μας νόμων, αντιλαμβάνεται πόσα βήματα έχουμε ακόμη να κάνουμε έως ότου να μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι όχι μόνο γιατί οι πρόγονοί μας επινόησαν τη Δημοκρατία, αλλά και διότι εμείς την εφαρμόζουμε και τη βιώνουμε με τον τρόπο που αρμόζει στις πολιτισμένες κοινωνίες του 21ου αιώνα. Πληγώνει η διαπίστωση της καθυστέρησης, και πονάει περισσότερο η διαπίστωση ότι η καθυστέρηση αυτή, που οδηγεί εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους σε υποτελή και αναξιοπρεπή διαβίωση, δεν οφείλεται στην έλλειψη χρημάτων και γνώσεων, αλλά οφείλεται αποκλειστικά στην επιβίωση βάρβαρων προκαταλήψεων και στη συνακόλουθη κυριαρχία αντιδραστικών ιδεολογιών στο χώρο της πολιτικής.

Μα και εκεί που οι νόμοι μας βρίσκονται στο επιθυμητό επίπεδο, δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις απροθυμίας των αρχών να τους εφαρμόσουν στην πράξη. Στην έκθεση καταγράφονται πολλές χαρακτηριστικές περιπτώσεις για διακρίσεις σε διάφορους τομείς. Ίσως ξαφνιάζονται από το μεγάλο αριθμό αρνητικών επεισοδίων όσοι/ες δεν έχουν συνηθίσει να αθροίζουν τις καθημερινές σχετικές ειδήσεις που παρέχονται από τα ΜΜΕ. Οι άλλοι/ες όμως γνωρίζουμε ότι είναι πολύ περισσότερα (από όσα αναφέρονται στην έκθεση) τα φαινόμενα ναζιστικής ρητορείας, δημοσιευμάτων που αποσκοπούν στην καλλιέργεια μίσους, φανερού και καλυμμένου αντισημιτισμού, ρατσιστικών επιθέσεων σε μετανάστες, διακρίσεων σε βάρος των αναπήρων, εκφοβισμού και περιφρόνησης ανθρώπων που δεν ανταποκρίνονται στα πρότυπα ανδρισμού και θηλυκότητας μιας καθυστερημένης κοινωνίας, περιφρονητικής συμπεριφοράς σε βάρος μελών μειονοτήτων, φτωχών, άστεγων και αδύναμων τόσο στις δημόσιες υπηρεσίες όσο και στον ιδιωτικό τομέα.

Η έκθεση δεν αποτελεί καταγγελία αλλά βάση δεδομένων που μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιηθεί για τη βελτίωση του κοινωνικού και του πολιτικού μας συστήματος. Γι’ αυτό ολοκληρώνεται με σαράντα έξι συστάσεις προς την Πολιτεία. Μόνο να κερδίσουμε έχουμε εάν τις υιοθετήσουμε αμέσως. Ποιος αμφιβάλλει π.χ. ότι θα είναι καλύτερα για όλους μας εάν ο Συνήγορος του Πολίτη αποκτήσει το δικαίωμα να παρεμβαίνει σε υποθέσεις παραβίασης των δικαιωμάτων μας όχι μόνο από τις δημόσιες υπηρεσίες αλλά και από υπηρεσίες του ιδιωτικού τομέα, εφόσον αυτές διαχειρίζονται βασικά αγαθά; Και ποιος αμφιβάλλει ότι θα είναι προς όφελός μας εάν ο ίδιος θεσμός αποκτήσει το δικαίωμα όχι μόνο να διαπιστώνει παραβάσεις σε βάρος των πολιτών από τις δημόσιες υπηρεσίες αλλά και να τις οδηγεί στα δικαστήρια, και να εκπροσωπεί εκεί τους πολίτες;

Με έκπληξη και χαρά διαπίστωσα ότι στην έκθεση καταγγέλλεται η απροθυμία των προηγούμενων κυβερνήσεων να προχωρήσουν στη θεσμική θωράκιση του Τομέα Μειονοτικής Εκπαίδευσης στο Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου μας και ότι στις συστάσεις προς τη σημερινή κυβέρνηση περιλαμβάνεται, με τον αριθμό 35, η προτροπή να προχωρήσει στη σχετική ρύθμιση. Καθώς δεν είχαμε καμιά επαφή με τους συντάκτες της έκθεσης, αντιλαμβάνεται κανείς ότι και αυτά που εμείς τα θεωρούμε «τοπικά» αποτελούν αντικείμενο παρατήρησης και αξιολόγησης έξω από τη χώρα. Αξιολόγησης της ειλικρίνειας των δηλώσεών μας ότι ενδιαφερόμαστε ν’ αντιμετωπίσουμε δραστήρια την ανθρωπιστική κρίση.

Ας αρχίσουμε, λοιπόν, από εκεί που δεν απαιτείται οικονομικό κόστος, παρά μόνο η απόφαση να ζούμε σε μια δημοκρατική και δίκαια κοινωνία. Η έκθεση μάς δίνει τη δυνατότητα να μετρούμε κάθε μέρα την πρόοδό μας στον τομέα αυτό. Την πρόοδο της Πολιτείας, και τη δική μας προσωπική πρόοδο.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου